Παρασκευή 30 Οκτωβρίου 2009

Εικόνες από το χτες


Ζηλεύω το νερό.
Το νερό της βροχής, που από τις σπηλιές των δεξαμενών,
βρίσκει το δρόμο προς την ελευθερία.

Είμαι φθινόπωρο,
θύελλες και καταιγίδες μου υπενθυμίζουν πως δεν είναι για 'μένα τα καλοκαίρια.

Μυστικά και αυτοέλεγχος,
θεριά που πυρπολούν το κέντρο, με ωθούν να πετάξω
τη σφαίρα πιο μακριά

Σχεδόν έφτασα.
Βλέπεις τα χρόνια που κρύβονται πίσω από τη ματιά μου;

Αγαπώ την σιωπή.
Ποιες ζηλόφθονες νεράιδες σφράγισαν τα χείλη σου με βελόνα και κλωστή;
Κραυγές.
Ακούς κάποιον να φωνάζει; Να καταστρέφει τη γαλήνη που έχει λείψει στην ψυχή;

Σταγόνες.

Φίδια που καραδοκούν, έτοιμα να τραβήξουν την σκανδάλη στον επαναστάτη.

Καρδιοχτύπια

Ματώνω ξανά καθώς και πάλι η τύχη μου γυρίζει την πλάτη.
Χημική αντίδραση ή φυσικό πεδίο;

Με το φακό μέσα στο σκοτάδι αναζητώ την αλήθεια.

Το θαύμα του συναισθήματος
Σείεται η γη και κλαιν τα δέντρα, φωνάζει η αγάπη για βοήθεια.
Το αίσθημα του πόνου.

Ρίξε και άλλο αλάτι. Πέταξε με στην νεκρά θάλασσα

Μάτια δίχως λογική.

Κοιτάω προς τα πίσω, το δρόμο που χάραξα.
Χαμογελάω, καθόλου δεν άλλαξα.

Παρασκευή 9 Οκτωβρίου 2009

Φωτιά και στάχτη



Μου θυμίζεις τα προσανάμματα. Τα παίρνω στα χέρια μου, τα βάζω στο τζάκι και ανάβω φωτιά. Αυτά μένουν εκεί, ακίνητα και υπομένουν το κάψιμο της. Εγώ στέκομαι και κοιτάζω, τ' αφήνω να με ζεσταίνουν, να μου προσφέρουν το απαλό φως της φωτιάς και να χαϊδεύουν τα αυτιά μου να σκασίματα στο εξωτερικό τους.
Η φωτιά προχωράει πιο βαθιά, μα και πάλι αυτά μένουν ακίνητα, να μου χαρίζουν ζεστασιά. Τα λεπτά περνάνε και εσύ ακόμα εκεί. Περιμένεις να πλησιάσω και υπομένεις την φωτιά. Περιμένεις...
Θα 'πρεπε να ήξερες πως μ' αρέσει μόνο να τη βλέπω. Φοβάμαι να την αγγίξω.
Την ανάβω. Την κοιτάζω και κάνει τα μάτια μου να γυαλίζουν. Στέκομαι δίπλα της και χαλαρώνω.
Πέρασαν ώρες και με πήρε ο ύπνος μπροστά στο τζάκι. Όταν ξύπνησα είχε ήδη σβήσει η φωτιά και μου είχε αφήσει στάχτη και τίποτα περισσότερο. Αναρωτήθηκα γιατί με άφησε να την αφήσω. Δεν δάκρυσα, ούτε φώναξα. Έκατσα σιωπηλά δίπλα στa αποκαΐδια και τα κοιτούσα σκεφτική.
Δεν θα μάθω ποτέ αν άξιζε να μπω στο χορό της φωτιάς, στο δικό σου ρυθμό.
Δεν θα μάθω ποτέ αν μέσα στην στάχτη σιγοκαίει ακόμα κάτι...
Μα τι λέω;
Απ' την στάχτη δεν γεννιέται φωτιά.
Δίστασα και έμεινα με το ίσως μιας επιλογής. Δεν πρόλαβα να κρατήσω αυτή τη φωτιά, γιατί την ανάγκασε ο χρόνος να σβήσει και να μ' αφήσει με την απορία.

Πέμπτη 1 Οκτωβρίου 2009

Σωστό ή λάθος;



Λένε πως στη ζωή υπάρχουν δύο δρόμοι. Ο σωστός και ο λάθος. Και δύο είδη ανθρώπων. Αυτοί που επιλέγουν να κάνουν το σωστό και αυτοί που επιλέγουν να κάνουν το λάθος. Κανείς όμως δεν αναφέρεται σ' αυτούς που δίνουν πόλεμο μέσα τους προκειμένου να κάνουν το σωστό, ενώ όλο το είναι τους φωνάζει να κάνουν το λάθος.

Θα μου πεις εσένα τι σε νοιάζει?

Θα σου πω ανήκω σ' αυτούς.

Θα μου πεις ποιο είναι το λάθος σου?

Θα σου πω εσύ.

Θα ρωτήσεις γιατί.

Θα σου πω γιατί στέκεσαι απέναντι μου σαν πέτρινη απουσία και εγώ σε νιώθω παντού μέσα μου.

Είναι νωρίς ακόμα και φοβάμαι. Μπορώ να δώσω μορφή στο άπιαστο, μπορώ να χαιρετήσω το φεγγάρι, μπορώ να πετάξω. Αλλά τα φτερά μου δεν πετούν. Είμαι το ένα μισό της της σελήνης και εμένα μ' αρέσει μόνο η πανσέληνος. Κοιτάς με μάτια ορθάνοιχτα, γεμάτα απορία. Καφετιά φαντάσματα που στοιχειώνουν τα όνειρα μου. Αρχή, μέση, τέλος, τα πάντα.

Και εσύ στέκεσαι εκεί σαν πέτρινη απουσία...

Παρασκευή 18 Σεπτεμβρίου 2009

Kάτι να γυαλίζει...

Παρομοίασες τη γη με μια μπάλα και εγώ σου έκανα πάσα.
Αναφέρθηκες σε βράδια, τα παρομοίασες με αλκοολούχα ποτά και εγώ μέθυσα.
Έκρυψες το χαμόγελό σου, μα εγώ το βρήκα.

Άκουσα ένα τραγούδι και άρχισα να χορεύω.
Διάβασα δύο στίχους και δάκρυσα.
Είδα παλιές φωτογραφίες και μελαγχόλησα.
Ήπια ένα ποτό και γύρισα στα βράδια που έζησα.


Άρχισα να περπατάω και τα βήματά μου, σαν μπάλα του μπάσκετ, ηχούσαν σε όλο το γήπεδο της γης. Ξαφνικά, είδα κάτι να γυαλίζει, ήταν χωμένο στην αμμουδιά. Προσπάθησα να το βγάλω, όσο εγώ προσπαθούσα, τόσο το έχανα και τόσο αυτό γυάλιζε και μ’ έκανε να προσπαθώ και να προσπαθώ…στο τέλος, χάθηκα εγώ μέσα στη τρύπα που είχα δημιουργήσει. 

Βρήκα το χαμόγελό σου, αλλά εγκλωβίστηκα...

Τετάρτη 9 Σεπτεμβρίου 2009

Σταυροδρόμι



Έχει πανσέληνο απόψε.
Κάτι τέτοιες νύχτες είναι που η ψυχή, δυναμωμένη από την ατμόσφαιρα που κυριεύει τους ανθρώπους, επιτίθεται στην αδύναμη λογική την πιο κατάλληλη στιγμή
Και η λογική, ανίκανη να αντιταχθεί στην ισχύ της, παραμερίζει και της επιτρέπει να κυριαρχήσει.
Κάτι τέτοιες νύχτες που κλείνεις τα μάτια και καταβάλεις φιλότιμες προσπάθειες να κοιμηθείς, προσπαθώντας να αποφύγεις τα αναπόφευκτα.
Ξέρεις όμως ότι αυτή τη μάχη θα τη χάσεις.
Γιατί αν και φυλακισμένη ψυχή σου, βρήκε τον τρόπο να σπάσει τα δεσμά της και τώρα διατάζει , ελεύθερη πια, το είναι σου, απαλλαγμένη από την ενοχλητική παρουσία της λογικής. Κάτι τέτοιες νύχτες, λοιπόν, κουλουριάζεσαι στο κρεβάτι σου και αφήνεις ελεύθερα όσα κρατούσε δέσμια η λογική.

Και η πραγματικότητα, παίρνει την πρωτιά και βγάζει γεγονότα, θέματα και προσαρμογές...

Μια μέρα αρκεί για ν΄αλλάξουν ροή τα γεγονότα και αυτή η μέρα μοιάζει μ' εκείνη...

Σ’ έβαλα να μου πεις δύο λόγια για το τώρα,
μα εσύ απέτυχες.
Μ’ έβαλες να μεταφράσω δύο καφέ γυαλιστερές μπάλες που τις καλύπτουν τα βλέφαρα σου,
μα τελικά και εγώ απέτυχα.


Έτσι δεν συναντηθήκαμε ποτέ, αν και ήμασταν ο ένας δίπλα στον άλλον.
Περπατήσαμε σε δρόμους παράλληλους, μα ποτέ στον ίδιο.
Παίξαμε με τις μέρες και αυτές μας κορόιδεψαν.
Ακούγεται γελοίο, αλλά είναι η αλήθεια. Όποιος την δέχεται προχωράει, ενώ αυτός που αντιλέγει μαζί της, αν και πιο δυνατός, δεν πάει πουθενά.
Καλή συνέχεια λοιπόν. Ίσως να σε ψάξω κάποια νύχτα στα όνειρα μου, μα εσύ προσπάθησε να μην είσαι εκεί...

Κυριακή 6 Σεπτεμβρίου 2009

Σαν μια κορδέλα στα μαλλιά



Μαζί μου έλα, πέρα από τα σύννεφα.
Δώσε μου το χέρι σου, όταν θα φοβάμαι μήπως χαθώ.
Να μου χαμογελάς για να σου μιλώ.
Όλα αυτά, σαν κορδέλα δέσε την σφιχτά στα μαλλιά μου, να την φυσάει ο άνεμος και εγώ να περηφανεύομαι γι' αυτά που έχω ζήσει.


Θέλω να με πας στην ακρογιαλιά, με φεγγάρι.
Θέλω να με κοιτάς καθώς η βροχή θα πέφτει πάνω μου και θα ζωντανεύει
το κάθε κύτταρο μου.
Θέλω να με φιλάς μέσα στο απόλυτο σκοτάδι και εγώ να ψάχνω ν' αγγίξω τους ώμους σου, τα δάκτυλά σου, τα αισθήματά σου.


Κράτησε με στα χέρια σου σαν φύλλο χαρτιού και χάραξε πάνω του ο,τι σε εκφράζει.
Βγάλε την κορδέλα που μου 'χες σφίξει στα μαλλιά, δώσε ένα τέλος και μια αρχή.


Και άμα βγεις κάποια μέρα μόνος, έξω στη βροχή, σε παρακαλώ να προσέχεις το χαρτάκι που χάραξες, μην βραχεί και σβήσει τον πραγματικό σου εαυτό, γιατί τον αγαπάω...

Πέμπτη 3 Σεπτεμβρίου 2009

Μέσα σ' ένα όνειρο

Ήταν ένα όνειρο.
Κράτησε για δευτερόλεπτα και μετά έλαβε τέλος.
Ξύπνησα και είχε ήδη ξημερώσει.


Είδαμε το ίδιο όνειρο, μόνο που δεν γνωριζόμασταν. Άκουσα κάποια στιγμή στον ύπνο μου τ’ όνομα σου. Ήταν ένα κοινό όνομα, αλλά εσύ ήσουν το διαφορετικό στο πλήθος. Άρχισα να σε ψάχνω. Το σημείο όπου διαδραματίστηκαν όλα στο όνειρο ήταν γνώριμο και έτσι έτρεξα με την πρώτη ευκαιρία εκεί. Πήγα στην στάση του λεωφορείου και σε είδα ξανά, μόνο που αυτή τη φορά ένιωσα την ανάσα σου και τη φωνή σου να μου λέει ένα γεια και στη συνέχεια να ακολουθεί τ’ όνομα μου.
Σε ρώτησα αν σε ‘λεγαν έτσι όπως μου είπες στο όνειρο και εσύ γέλασες.


Δεν μπορούσαμε να το πιστέψουμε αυτό που ζούσαμε.
Ήταν ολίγον τρομακτικό και παράλληλα γοητευτικό το όλο σενάριο…
Θεωρήσαμε ότι δεν ήταν τυχαία όλα αυτά, γελάσαμε μαζί και κοιταχτήκαμε όπως κάναμε και στην αρχή του κοινού ονείρου μας… Ενώ εκείνη τη στιγμή βρισκόμασταν στην πραγματικότητα, ένιωσα ότι γυρνούσα και πάλι στο όνειρο. Συζητήσαμε με κάθε λεπτομέρεια τα όσα είχαμε δει και μείναμε άναυδοι! Δεν υπήρχε η παραμικρή αλλαγή…
Αν και παράξενη η συνάντησή μας, γνωριστήκαμε καλύτερα και σε συμπάθησα.
Σ’ ένιωθα άγνωστο και παράλληλα σαν να σε ήξερα χρόνια.
Δώσαμε όρκο να συναντηθούμε ξανά στην στάση την επόμενη μέρα και έτσι έγινε.
Αυτή τη φορά σε περίμενα εγώ και καθώς σε έβλεπα να έρχεσαι, παρατήρησα το πρόσωπο σου και διέκρινα ότι κάτι σε απασχολούσε…
Σε ρώτησα όταν ήρθες κοντά μου αν συνέβη κάτι και εσύ έσκυψες και κάρφωσες τα μάτια σου στην άσφαλτο. Δεν μίλησες.


Πήρα την πρωτοβουλία και σου πρότεινα να πάμε μια βόλτα και κούνησες καταφατικά το κεφάλι σου.
Μετά από αρκετή ώρα, χωρίς να πούμε κουβέντα, γύρισες και μου είπες«στάσου μια στιγμή». Σου απάντησα πως δεν είχα σκοπό να πάω και κάπου, μα εσύ ξανακοίταξες το πεζοδρόμιο. Μείναμε εκεί, ακίνητοι και μου είπες ότι θέλεις να μου ρωτήσεις κάτι.
Δεν είχα σκοπό να συνεχιστεί αυτή η σιωπηλή κατάσταση, οπότε περίμενα την ερώτηση σου…
Ξαφνιάστηκα όταν την άκουσα. Με ρώτησες αν αύριο σε άλλο όνειρο ζούσα τις ίδιες ή και καλύτερες σκηνές με κάποιον άλλον, θα πήγαινα να τον γνωρίσω και αυτόν ;
Αυτή τη φορά ήταν η δική μου σειρά να γελάσω και σου απάντησα ότι δεν μ’ έκαναν οι σκηνές στο όνειρο να έρθω να σ’ αναζητήσω και να σε δω από κοντά, αλλά εσύ!
Είχε περάσει αρκετός καιρός και εμείς επικοινωνούσαμε απ’ όπου βρίσκαμε ευκαιρία. Όταν δεν ήμουν στο υπολογιστή, μου έστελνες μηνύματα ή μου ζητούσες να βρεθούμε από κοντά.
Πέρασαν όμορφα οι μέρες και ακόμα μιλάμε…


Μετά από εκείνο τ’ όνειρο και όλα όσα ακολούθησαν, τον έβλεπα μόνο στον ξύπνιο μου και άλλον άγνωστο, μέχρι και σήμερα, δεν έχω δει ξανά.
Δεχτήκαμε αυτό που μας συνέβαινε και ο ένας άνοιξε τα χαρτιά του στον άλλον και δεν χάσαμε.
Ποιος να το φανταζότανε ότι θα ζούσαμε κάτι τέτοιο ;
Κανείς, γιατί τα πιο όμορφα γίνονται εκεί που δεν το περιμένεις, αρκεί ο καθένας να κάνει και ένα βήμα.
Η συνέχεια επί γης…


Υ.Γ.: Άγνωστε – γνωστέ Χ, καλημέρα.

Πέμπτη 27 Αυγούστου 2009

Τι και πόσο…

Τι νιώθεις όταν κάποιος χάνεται, καθώς περπατά στην βροχή;
Τι ζητάς από κάποιον που σε νοιάζεται;
Τι αισθάνεσαι όταν κάποιος σου χαμογελά;

Πόσο παρασύρεσαι από τις σκέψεις των άλλων;
Πόσο πιστός είσαι στις δικές σου σκέψεις;
Πόσο σίγουρος είσαι για αυτά που βρίσκονται γύρω σου;

Φιλελεύθερες σκέψεις και νεωτερισμοί…

Ο καθένας έχει το δικαίωμα να πιστεύει τα θέλω του, να τα υποστηρίζει και να τα διεκδικεί!
Μα και ο καθένας έχει τη δύναμη να επέμβει στην παράσυρση του μυαλού του.

Απ’ όσο είναι γνωστόν, οδηγούμαστε από το μυαλό και την καρδιά. Τι γίνεται όμως αν και οι δύο δρόμοι είναι λανθασμένοι, ή αν από την άλλη οι επιλογές σε μια στιγμή της ζωής μας είναι τρις, τρις είναι και οι δρόμοι… στον τρίτο όμως, ποιός μας κατευθύνει;

Είναι κάτι βράδια βροχερά ή και ξάστερα που γεννούνται μέσα μου τέτοιου είδους ερωτήματα και συνεχώς αυξάνονται και πληθαίνουν, και εγώ συνεχίζω ν’ αναρωτιέμαι και ν’ αναζητώ αιτίες και αφορμές…

Γνωρίζω ότι κάθε στιγμή είναι μοναδική (αυτό ισχύει αδιαμφισβήτητα)και πάντα θα υπάρχει το ελάχιστο διαφορετικό, ώστε να την τέρψη σε διαφορετική.

Όπως είπα στην αρχή, το να βλέπεις κάποιον να χάνεται στην βροχή, μου δημιουργεί έναν τόνο θλίψης, χωρίς καν να φαντάζομαι το τι ειπώθηκε πριν. Εξίσου, όταν ξέρεις ότι κάποιος σε νοιάζεται, πότε σου γεννάται η σκέψη να τον εκμεταλλευτείς και πότε όχι ;
Και το καλύτερο για το τέλος… όταν σου χαμογελούν μέσα από την καρδιά τους οι άνθρωποι, θέλεις να τους το ανταποδώσεις, να ρωτήσεις την αιτία αυτής της αντίδρασης τους ή μήπως κάτι άλλο;

Το κάθε ερώτημα καλύπτει ένα άλλο. Έτσι, υπάρχουν πάντα ερωτήματα και καθώς αυτά συνεχίζονται, γίνονται όλο και πιο δύσκολα… 

Τρίτη 25 Αυγούστου 2009

H χώρα στην οποία θέλω να ταξιδέψω.


Κάτι περίεργο σε περιτριγυρίζει.
Μια περίεργη αύρα.
Βυθίζεσαι στις μελωδίες τραγουδιών που εξαγνίζουν το μυαλό σου. Προσπαθείς να βρεις το δρόμο σου.
Προσπαθείς να κάνεις τις παραισθήσεις παρόν και να δώσεις πνοή στις φαντασιώσεις σου.
Προσπαθείς.
Ονειρεύεσαι.
Αλλά δεν σου είναι πλέον αρκετό.
Δεν είναι αρκετά αληθινό.
Κλείνεις τα μάτια και ο νους σε ταξιδεύει στη χώρα όπου τα όνειρα παίρνουν μορφή.
Τι όμορφη χώρα!
Περιμένεις αυτόν που θα φέρει το φως στα μεσάνυχτα της ζωής σου. Αυτόν που θα αποτινάξει το μαύρο πέπλο που σκεπάζει τη καρδιά σου.
Αυτόν που θα της βάλει φωτιά.
Αυτόν που θα γαληνέψει τη ψυχή σου και θα τιθασεύσει το τέρας που κρατά τα κλειδιά της φυλακισμένης σου ελευθερίας.
Αυτόν που θα αναστατώσει την ύπαρξη σου και θα σου δώσει λόγο να ζεις.
Τον μόνο που θα καταλαβαίνεις όταν όλα μοιάζουν ακατανόητα. Αυτόν που μαζί του θα πάρεις το ρίσκο να κυνηγήσεις το ουράνιο τόξο.
Αυτόν που θα σε ολοκληρώσει.
Και όταν τον βρεις, θα είναι σαν να πέφτουν σταγόνες βροχής στην έρημο και να ανακουφίζουν την δίψα του ταλαιπωρημένου εδάφους.
Και εσύ θα αφήσεις τις σταγόνες να ταξιδέψουν στο κορμί σου.
Εσύ, το διψασμένο έδαφος.

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...